Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015

Πανσέληνος...

     


    Δεν θα σε καρτερώ άλλο. Θα περιμένω την πανσέληνο και θα κρυφτώ σαν άλλος λαθρεπιβάτης, στην μοναχική της σιωπή. Μια σκονισμένη γωνιά, θα με καλύψει με άμμο και θα μετατραπώ σε μια ζωντανή ακίνητη μάζα, με σταθερό, αργό, καρδιακό χτύπο. Δυο μάτια από τόσο ψηλά, θα ψάχνουν τη μικρή γαλάζια σφαίρα, σε έναν τεράστιο σκοτεινό ωκεανό. Σαν θύματα, που ξέμειναν σε διπλανά κελιά θα μοιάζουμε. Που η απόσταση θα είναι η μνήμη και κάγκελα, όσα δεν είπαμε ποτέ. Θα κρατάμε τα κλειδιά και για τιμωρία, θα μας έχουν αφαιρέσει τις κλειδαριές. Σαν να βρίσκεσαι στην έρημο, μπροστά σε μια τεράστια ευθεία, με ένα αυτοκίνητο που ξέμεινε από βενζίνη. Πάνω που τελείωσαν οι στροφές και είσαι σίγουρος πως τελειώνοντας αυτή την τεράστια ευθεία, θα φτάσεις στον προορισμό, το ταξίδι τελειώνει πρόωρα, με ένα φεγγάρι να ξεπροβάλλει από τον καθρέφτη, πίσω σου.
        Κάποιοι λένε πως το ανθρώπινο είδος φτιάχτηκε από τον Θεό, κατά εικόνα και ομοίωση Του. Κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν, πως είμαστε μια εξέλιξη των ψαριών, που βγήκαν στην στεριά και περπάτησαν. Η τέλος, πως είμαστε απόγονοι μιας πολύ μακρινής διαστημικής αποστολής, που μας δημιούργησε σαν μοριακά παράγωγα και ξεμείναμε εδώ. Κάθε φορά που πίνω και περιφέρομαι στην πόλη, μέσα στο πλήθος, αυτά σκέφτομαι. Μια τους βλέπω όλους σαν αγγέλους που περιφέρονται πιασμένοι χέρι   χέρι με δαίμονες στα φωτεινά πλακόστρωτα. Άλλη φορά, μου φαντάζουν όλοι,  σαν περιφερόμενα δίποδα, πολυκύτταρα πλάσματα που υποδύονται εξελιγμένες  μορφές ζωής και τις περισσότερες φορές σαν ντυμένα αποτελέσματα ενός φρικτού διαστρικού πειράματος. Σαν να περιπαίζεις την ζωή, ζητώντας την αθανασία, για κάποιον που βρίσκεται σε κώμα.
        Να προσέχεις τις σκιές και τα ανείπωτα λόγια. Μοιάζουν με το κυνήγι των κομητών, πριν καούν στην ατμόσφαιρα. Ακολουθούνται από φωτιά και συντρίβονται με κρότο.  Ότι και αν είναι αυτό που φεύγει, όλο και κάποιος άλλος θα σου καλύψει ματαιόδοξα το κενό. Θα σε κεράσει μια προσποιητή εξύψωση και το εξωτερικό πακέτο, θα καλύψει όλη την απουσία, του κενού εσωτερικού. Οι ψυχές, μοιάζουν με το σάλιο. Γλιστρούν ελεύθερα σε κάθε λεία επιφάνεια και ξαφνικά, γαντζώνονται στην πρώτη  ανώμαλη επιφάνεια. Σταματούν, στερεοποιούνται και εξατμίζονται. Κοίτα την επιφάνεια του φωτισμένου φεγγαριού. Είναι γεμάτο από κρατήρες και σκληρές βραχώδεις οροσειρές. Εκατομμύρια ψυχές, κύλησαν εκεί πάνω. Απομακρύνθηκαν από τη γη και είτε έπεσαν μέσα στους κρατήρες, είτε στερεοποιήθηκαν και στέκουν να κοιτούν εκείνη την μικρή γαλάζια σφαίρα να χάσκει στο κενό, σαν μια κοροϊδία της εξίσωσης της βαρύτητας. 
      

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου