Κυριακή 5 Απριλίου 2015

Σαν εκπαιδευμένο καναρίνι που γελά χαιρέκακα στο κλουβί του...

     
    
   Δεξιά και αριστερά οι πράσινες ταΐστρες, είναι γεμάτες σπόρους. Από πάνω είναι τα τσόφλια και από κάτω οι φρέσκοι σπόροι. Σαν την κοινωνία κ τους θεσμούς της. Από πάνω ότι φαίνεται και τροφοδοτεί τα λαίμαργα γύρω μάτια και από κάτω, ότι έχεις ανάγκη, θαμμένα σε μια ιδιότυπη χωματερή, από προτεραιότητες. Ένας στέρεος, εσωτερικός βόθρος. Πάνω αριστερά, μια κόκκινη ποτίστρα. Το νερό φτάνει μέχρι την μέση. Κάτω από την επιφάνεια που μπορεί οποιοσδήποτε φιλόζωος να δει, υπάρχει πράσινη μούχλα. Μόνο όταν χτυπάει ο ήλιος στο κλουβί, μεταξύ ενάτης πρωινής και πέμπτης απογευματινής, μπορεί κάποιος να διακρίνει, ότι φυτρώνει σιγά σιγά, μέσα στο νερό, μέσα στην κόκκινη θήκη.  Κάθε φορά που ο ήλιος είναι απέναντι μου και ανοίγω τα φτερά μου μέσα στο κλουβί μου, μοιάζουν με δυο τεράστιες σκιές. Σαν τον ίσκιο, ενός πελώριου γερακιού. Ένα χαιρέκακο καναρίνι, που θρέφει τα όνειρα του, να γίνει ένα άγριο γεράκι, που θα αρπάξει το κλουβί του με τα νύχια και θα το αφήσει να πέσει, πάνω από την πολύβουη λεωφόρο.
        Ο ήχος της πρόσκρουσης, θα τρομάξει τους νοικοκυραίους, που θα σταματήσουν για μια στιγμή να ποτίζουν τα λουλούδια τους, σε βεράντες που βρέχουν τους περαστικούς. Ένας υδραυλικός με μπλε ολόσωμη φόρμα και αεροπορικά καθρεφτέ γυαλιά ηλίου, θα σηκώσει το κλουβάκι, για να δει τι απέγινε το χαριτωμένο φουντωτό κίτρινο καναρινάκι. Το νερό χύθηκε στην άσφαλτο, που γέμισε από σπόρους και κουτσουλιές, από το κόκκινο μικρό κλουβί με το πράσινο διάφανο "βρακί", για να μην πέφτουν τα τσόφλια στην βεράντα. Θα υποδυθώ τον τρόμο. Θα κερδίσω την συμπάθεια. Έχω εκπαιδευτεί καλά, από παιδί. Στο σχολείο, στο σπίτι, στον στρατό. Θα καμωθώ το τρομαγμένο θύμα, που ανοιγοκλείνει στεναχωρημένο τα σκοτεινά, μικρά μάτια του. Θα φουντώσω τα κίτρινα, άσπρα φτερά μου και όταν ο φορομπήχτης σωτήρας μου, με βγάλει από το κλουβί μου για να εισπράξει τα χειροκροτήματα νεαρών κοριτσιών, θα κλείσω τα νύχια μου στην σκληρή παλάμη του και θα τον τσιμπήσω με μανία.
        Η απόδραση είναι γεγονός. Ήμουν ένα εκπαιδευμένο καναρίνι που γελούσε χαιρέκακα στο κλουβί του. Με αρρώστησε αρκετά το πράσινο νερό, για να ονειρεύομαι την άγρια ελευθερία. Σκοτεινές νύχτες, κάτω από καμπαναριά και ζεστές μέρες, πίσω από παγκάκια που συνταξιούχοι, τρώνε ανέμελα τους ηλιόσπορους τους. Μελέτησα αρκετά το μποζόνιο του Χιγκς. Ο σπόρος του θυμού, μεγάλωνε μέσα μου και ακόνιζα το ράμφος μου με μανία στα κόκκινα μικρά κάγκελα, τυλιγμένος μέσα σε μια πουπουλένια μπάλλα, που μετέτρεπα το σώμα μου. Άνοιξα τα μάτια μου και οι ένοικοι του διαμερίσματος, που φιλοξενούν το κλουβί μου θα διαπιστώσουν πως είναι άδειο. Ανάσα. Ανακούφιση. Ένα ακόμη ταξίδι ξεκινάει, μέσα σε ένα συννεφιασμένο απογευματινό ουρανό.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου