Όλοι είμαστε γεννημένοι ποιητές. Απλά κάποιοι κρατούμε ζωντανή την σχέση με τον ομφάλιο λώρο που λέγεται τρέλα και κάποιοι όχι. Περίεργα απογεύματα με οράματα και ήχους μας στοιχειώνουν. Ο ήλιος, παίζει μπροστά στα μάτια μας. Δένει σκιές, χαλάει ευθείες. Ένας ποδηλάτης, με κόκκινο μαύρο αντιανεμικό μπουφάν και λαχανί κράνος, μοιάζει σαν να βγήκε από διαγωνισμό καρναβαλιού, σε βακχικό περιβάλλον. Μια κοπέλα με καφέ μπουφάν γιλέκο και μαύρη μπλούζα, συνεχίζει να περπατά, παράγοντάς ήχο με τις καφέ μπότες της, πάνω στα γκρι πλακάκια. Η κίτρινη τσάντα στην πλάτη της, κουνιέται σαν γαντζωμένη χελώνα που μιμείται μία βδέλλα.
Αναπηρικά καροτσάκια μας κυκλώνουν και εμείς οι ποιητές, τρέμουμε, μην τυχόν και χάσουμε το τέλος. Ένα τέλος, βγαλμένο από σχιζοφρενικά μυαλά απόκοσμων σκηνοθετών, που κοπέλες από τις βεράντες, ραίνουν με μαύρα μανταλάκια τους περαστικούς. Εκείνοι βιάζονται. Μαύρα μανταλάκια, μαύρη βροχή. Οι περαστικοί τρέχουν, ο ένας πίσω από τον άλλο και ξαφνικά σταματούν. Σαν εμπορική αμαξοστοιχία, που έμεινε από ζημιά σε ερημικό επαρχιακό σταθμό. Ησυχάζει και σταματά. Κάπου πιο πίσω, κάποιος άναψε ένα τσιγάρο. Τράβηξε μια δυνατή τζούρα και χάθηκε, αφήνοντας πίσω του, ένα σύννεφο από γκρι καπνό. Η αμαξοστοιχία ζήλεψε. Ζωντάνεψε και πάλι και το πλήθος, καβάλησε τα αναπηρικά καροτσάκια και χάθηκε σε αδιέξοδα σοκάκια.
Οι ποιητές, δεν είναι αυτοί που χαράζουν μολυβιές σε λευκό χαρτί, ούτε αυτοί που καμώνονται ωραία στιχάκια. Είναι εκείνοι που μαστιγώνουν, τη σιωπή με λέξεις. Που τείνουν το χέρι στο σκοτάδι και ακουμπούν με την πλάτη στην μπορντό κουρτίνα, με μάτια γεμάτα δάκρυα, αδειανά από ζωή. Που τολμούν να αγαπούν, σε ένα κόσμο απόλυτου ψεύδους και υπερβολής. Αυτοί.. Ναι, όσοι αγαπούν είναι ποιητές. Καταθέτες λυγμών, για ένα καλύτερο σήμερα. Δωρητές και σιωπηλοί ιππότες της Αγάπης. Μ' ακούς..;
Φεύγω...Λύσσαξα να λυτρωθώ και να χαθώ στο τίποτα. Να γλυστρίσω στη βροχή και να κυλίσω αλλού. Να φυτρώσω και να νοιώσω να σβήνω μέσα σε μια λασπωμένη τρύπα γεμάτη χώμα. Έτρεξα μακριά σου...
Αρνήθηκα να σε κοιτώ στα μάτια και γύρισα να τρέξω σε μια αμμοπαγίδα. Κάθε βήμα με κατέβαζε ολο και πιο βαθιά. Η πίεση, σύνθλιβε κάθε πόντο μου , την στιγμή που ένοιωθα την αγάπη μέσα μου να φουσκώνει σαν κρυφός κεραυνός , μέσα σε σύννεφο. Ήταν έτοιμη να σκάσει , να εκραγεί και να σε κάψει με φωτιά. Στοιχειωμένοι , θα γυρίζαμε στις ερημιές και θα θερίζαμε τα αστέρια....
Μα την αγάπη, ή δεν την γνωρίζες ή την απέφευγες...
Μισούσατε η μια την άλλη και εγώ γύριζα σαν τροχός, σαν κυκλώνας μέσα σε πηγάδι. Έτρεξα μωρό μου, σαν πεινασμένο σκυλί . Έτρεξα και σε απαρνήθηκα.....
Αυτή ήταν η αλήθεια. Δεν θα καταλάβαινες ποτέ και εγώ θα κρατούσα μια καρδιά που ήταν γεμάτη προσδοκίες.
Αντάλασσα κάθε κοινό μας δευτερόλεπτο με 10 χρόνια στην άβυσσο....
Φεύγω.... Κάνουμε κάτι σωστό σε λάθος χρόνο , νομίζω.
Η εικόνα σου θα είναι το δικό μου Άγιο Δισκοπότηρο.
Θα κρατήσω την αγάπη και ο χρόνος θα μου δείξει την γωνιά για να σε περιμένω.. Βρέχει και απόψε. Θα σου αφήσω την σκιά μου και θα χαθώ στο σκοτάδι. Φεύγω..
Κάθε τι που γίνεται, δεν έχει απολύτως καμία αξία από την στιγμή που χάθηκε στο παρελθόν. Είναι μια στιγμή φορτισμένου χρόνου, που κουβάλησε τις μνημονικές, στοργικές του εντάσεις και τις ξέρασε στα δύσκολα βράδια, που το υποσυνείδητο, χαράσει πορεία μεταξύ πυρετού και μοναξιάς. Όλα όσα συμβαίνουν αυτή τη στιγμή, είναι σχεδόν νεκρά. Έτοιμα να περάσουν στην σφαίρα της μνήμης. Το σχεδόν, σκιαγραφά κάποιες μοναδικές εξαιρέσεις. Συμβάντα που λαμβάνουν χώρα, με αδυναμία κατάργησης. Με επαναληπτική διάθεση. Σαν εκκρεμές, με δύο τεράστιες μπάλες να σφυροκοπούν αυτά τα νεκρά απογεύματα σου.
Η καθημερινή αλληλουχία των πράξεων, σίγουρα στηρίζονται από έναν απόκοσμο Θεό της Τύχης. Έναν απίθανο τύπο, που γελά βλέποντας μας , να πετυχαίνουμε τόσα πολλά στον επαγγελματικό στίβο και να αποτυγχάνουμε τόσο οικτρά, στον αισθηματικό. Ένας μοναδικός συνδυασμός τεχνοκρατικού επαγγελματισμού με έναν σαδιστικά συναισθηματικό ερασιτεχνισμό. Μια παρτίδα πόκερ που πάντα θα σου βγάλει την κέντα του άσσου, την στιγμή που δεν θα έχει απολύτως καμία σημασία για σένα. Την στιγμή που θα έχεις συγκεντρωθεί απόλυτα, απλά θα βιώνεις μια μεγαλοπρεπή ήττα, σαν να χαζεύεις ένα ολοκαίνουργιο αεροσκάφος να τροχοδρομεί όλο δύναμη στον αεροδιάδρομο και να καταλήγει στην τάφρο συγκράτησης.
Όλα όσα σου έχουν συμβεί, τα κουβαλάς μέσα σου. Αυτό είσαι. Ένα μνημονικό όχημα. Μια μηχανή επεξεργασίας του χθες. Καταχωρείς και προχωράς. Λειτουργείς με καινούργια δεδομένα από τον κάθε νέο άνθρωπο με τον οποίο συναναστρέφεσαι. Μα κάτι δεν κάνεις σωστά. Αντί να διαπραγματεύεσαι με τα καινούργια δεδομένα, αφήνεις τα παλιά να σου ορίζουν την συμπεριφορά. Κουβαλάς πράγματα δηλαδή, που τα ξερνάς επάνω σε άλλους. Ένας κανονικός δεσμώτης του χθες είσαι. Όλοι μας είμαστε. Περιφερόμενα προβληματικά όντα που πληγώνουμε, γιατί κάποιος άλλος μας πλήγωσε. Ξέρω.. θα μου πεις πως εσύ δεν ανήκει σ 'αυτούς. Απλά είσαι άλλος ένας δύσκολος άνθρωπος, που δεν χειραγωγείται. Καληνύχτα δεσμώτες. Κοιμού εν ειρήνη...