-Φοβάσαι; με ρώτησες.
-Φυσικά. Αποκρίθηκα και φύσηξα στον καπνό μου προς το ταβάνι, σαν να προσπαθούσα να γκριζάρω κι άλλο το ταβάνι.
-Γι' αυτό δεν μου λες ποτέ καληνύχτα; Πάντα νόμιζα πως δεν σε ένοιαζε να ευχηθείς.
-Φοβάμαι πως είναι η τελευταία φορά, που νυχτώνει και θα μας βρει εδώ.
-Δεν είχα καταλάβει πως είχες ανασφάλειες.
-Δεν έχω. Φοβάμαι πως φοβάμαι πολύ. Φοβάμαι πως θα ξυπνήσω ένα πρωί και θα έχουν αλλάξει όλα, προς το κακό.
-Δηλαδή; Με ακούμπησες στο στήθος. Με χάιδεψες σαν να ανακάλυπτες κάτι ζωντανό, παγιδευμένο σε μια παγοκολόνα.
-Φοβάμαι πως ένα πρωί, ένα τεράστιο μπουλούκι που θα αποτελείται από αδίστακτους ξυρισμένους νεαρούς και από κουκουλοφόρους νέους με χλώριο πισίνας στις μπότες τους, θα φορούν τις ίδιες στολές. Θα ξεχυθούν να αποτελειώσουν όποιον ονειρεύεται σε αυτή την πόλη. Ασθμαίνοντες χοντροί γραβατοφόροι με ιδρωμένα μέτωπα, θα ωρύονται μπροστά από οθόνες. Κολπίτιδες, αναπνοές με μηχανική υποστήριξη, κορναρίσματα, πονοκέφαλοι, αισθηματικές αδυναμίες, φακοί χωρίς μπαταρίες, σκυλόσπιτα με γεμάτα πιάτα από τροφή χωρίς σκυλιά όμως, βρεγμένα τσιγάρα, σφυρίχτρες, ηλιοβασιλέματα χωρίς ουρανό, τενοντίτιδες, νεκρά πουλιά μέσα σε κλουβιά,κοπριά χωρίς λουλούδια, ρέκβιεμ χωρίς πνευστά. Θα φοράμε πανοπλίες. Θα φοράμε μάσκες. Όχι αυτές που φοράμε κάθε πρωί.. Τις άλλες με το οξυγόνο.
-Θα μπορώ να σου πω σ'αγαπώ;
-Δεν θα επιτρέπεται.
-Και πως θα το ξέρεις;
-Θα το νιώθω. Όπως νιώθω τον καπνό.
-Εσύ θα μ'αγαπας;
-Nαι.. Κάθε φορά που θα το νιώθω θα ανάβω μια φωτιά και έτσι θα το καταλαβαίνεις και εσύ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου