Δύο κάστρα. Δύο πρόσωπα. Δύο στολές. Τέσσερα όπλα. Δύο ανιχνευτές και δύο ελεύθεροι σκοπευτές. Οι τελευταίοι είναι τυφλοί και οι δύο πρώτοι, έχουν μειωμένη ακοή. Δεν ακούνε καλά, μα βλέπουν στο σκοτάδι. Μυρίζουν την επερχόμενη αυγή και κρύβουν από μια λεπίδα, πίσω από την ζώνη τους. Περπατούν σκυφτοί και κάποιοι τους έχουν δει να πετούν χαμηλά, σαν μικρές πεταλούδες. Κάποιοι τους μίλησαν. Δεν έχουν φωνή όμως πια. Οι λεπίδες, στέρησαν τις μαρτυρίες. Σχεδόν επιζώντες από επιλογή όμως. Η τύχη δεν έπαιξε κανέναν απολύτως ρόλο. Ήξεραν πως πλησιάζουν και όμως έμειναν εκεί να τους κοιτάζουν στα μάτια. Τολμηροί απελπισμένοι. Το πριν και το μετά, αποτέλεσμα αφοσίωσης και τόλμης. Οι λεπίδες στέρησαν από την Αγάπη την εξατομίκευση του αποτελέσματος . Μάρτυρες χωρίς φωνή. Με χοντρές φωνητικές χορδές, μα χωρίς φωνή. Οι ανιχνευτές είναι και αυτοί θύματα. Παλιά θύματα, με περίσσια διάθεση για εκδίκηση. Με μάτια σαν παγιδευμένες μέλισσες. Μοιάζουν με χαρούμενα, μα είναι θανατηφόρα. Κάποιοι λένε πως τους έχουν δει και τους δυο (θύμα και ανιχνευτή), να χορεύουν στο σκοτάδι και να λαμπυρίζουν μια πληγή και τέσσερα χρυσοκίτρινα μάτια. Αυτοί έγιναν δέντρα. Ξύλιασε η καρδιά τους από το απόκοσμο θέαμα και γέννησαν ξαφνικά κλαριά. Αυτοί ήταν αρκετοί και έτσι το έδαφος, γέμιζε με δέντρα.Έτσι η Γη στην πρώιμη μορφή της , έντυσε την πέτρα με τα δέντρα.
Οι ελεύθεροι σκοπευτές, ήταν τυφλοί. Με ένα όπλο, που είχε στρεβλωμένη κάννη και μια διόπτρα που σκόπευε μακριά. Δεν είχαν μεγάλη ταχυβολία, μα μπορούσαν να φέρουν καίρια πλήγματα στους ανυποψίαστους κυνηγούς των ανιχνευτών. Τυφλοί σκοπευτές. Σαν να ψάχνεις την Αγάπη, μέσα από την οθόνη. Σημαδεύεις τα ζεστά βράδια και η βολή σου κρύβεται πίσω από τους ήχους της πόλης. Εκτοξεύεις λέξεις και επιθυμίες και περιμένεις πίσω από την κάθε επόμενη λέξη, την αποδοχή ή το μπλοκάρισμα από την πληκτρολογημένη συνέχεια. Κατάθλιψη πίσω από μια σειρά από νούμερα. Ποιος είναι ο δυαδικός κώδικας που θα επεξεργαστεί στην μνήμη του υπολογιστή και θα αναφέρει την λέξη Αγάπη. Αγγίζετε νούμερα και τα μηδενικά συναισθηματικά φορτία, πολλαπλασιάζουν το μηδέν, Σκεφτείτε το λίγο. Μπαμ. Μια βολή, ψηλά από τις πολεμίστρες. Μία, ποτέ δύο. Οι κυνηγοί των ανιχνευτών, είναι κάποιοι που θύμωσαν πολύ με τον ακρωτηριασμό του ρομαντισμού. Που αποφάσισαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Να επιβάλουν τον ρομαντισμό, δελεάζοντας το φεγγάρι να διαρκέσει πιο πολύ. Σαν να τιμωρούν τις οθόνες και τα γράμματα με κρεμασμένες αγκαλιές, πίσω από κίτρινες λάμπες. Μια διακοπή ρεύματος. Που πάει η Αγάπη όταν ξαφνικά κλείνει ο υπολογιστής; Ρουφιέται από τα τηλεφωνικά καλώδια, διαχέεται στον αέρα, σαν κοπάδι πυγολαμπίδων.
Δύο κάστρα. Απέχουν μεταξύ τους μα φαίνονται το ένα από το άλλο με γυμνό μάτι. Ξεχωρίζουν οι δύο φιγούρες των τυφλών σκοπευτών. Αν ακούσεις την βολή τους, μην ανησυχήσεις. Αν είσαι εσύ ο στόχος, δεν θα προλάβεις να ακούσεις την βολή πριν σε βρει. Μαίνεται η μάχη των πραγματιστών με τους ρομαντικούς λοιπόν. Μείνε μακριά από τις λεπίδες και τα κοπάδια των μελισσών, που κρύβονται πίσω από όμορφα άνθη. Μην απεμπολήσεις ποτέ το δικαίωμα της μνήμης. Αυτό είναι το όπλο σου. Να μην ξεχάσεις πως οφείλεις να φροντίσεις εσύ ο ίδιος τον εαυτό σου. Να τον ετοιμάσεις σωστά για την επερχόμενη μάχη. Να μην δειλιάσει μπροστά στην σιωπή. Τρέξε μικρή μου στα βότσαλα και κρύψε την λεπίδα. Είμαι κρυμμένος ανάμεσα στα δέντρα, κουβαλώντας μαρτυρίες. Μόλις κλείσεις τα μάτια σου για να μην ορατός από τις μέλισσες, θα σου ορμίσω με μια αγκαλιά, που ξεκρέμασα πάνω από την κίτρινη λάμπα που κάνει το ασανσέρ να μοιάζει με καμπίνα τελεφερίκ. Χαμογέλα. Είναι σαν τυφώνας πάνω από πηγάδι. Κλέβει το νερό με έναν στροβιλισμό από φιλιά.
- Που είσαι; Δεν σε βλέπω..
- Πίσω από την κάννη σου. Δεν σε ακούω καλά.
- Δεν μπορώ να σε δω με την διόπτρα μου. Είμαι τυφλός.
- Δεν σε ακούω καλά.
Μπαμ. Η βολή μου χάραξε την νύχτα.
Σιωπή. Άργησε να ξημερώσει. Το φεγγάρι, καρφώθηκε στο ταβάνι του ουρανού και φύσηξε αστέρια.
Μπαμ. Η δεύτερη βολή μου τρύπησε τον θόλο του έναστρου ουρανού. Γέμισε παντού νερό. Έτσι η γη γέμισε με νερό κατά την πρώιμη Εποχή.
- Δεν σε βλέπω.
- Δεν σε ακούω.
Και έτσι η μάχη της Αγάπης ξεκινά, κάθε φορά που πέφτει το σκοτάδι. Κάποιοι μόνο βλέπουν, κάποιοι μόνο ακούνε. Οι λέξεις είναι βολές. Αισθανθείτε και ας πληγωθείτε. Το πολύ πολύ να λαμπυρίσουν τα μάτια σας. Οι κυνηγοί γυρνούν εκεί έξω με την λεπίδα.
- Ποιος είσαι άραγε, όταν είσαι μόνος;
- Δεν σε ακούω.
Βολή. Μπαμ. Σιωπή.
Σε λίγο ξημερώνει.